χρονοκύκλωμα

χρονοκύκλωμα
το, Ν
(ηλεκτρον.) κύκλωμα που παράγει σήματα με σταθερό ρυθμό, τα οποία χρησιμεύουν για τον συγχρονισμό ορισμένης λειτουργίας σε μία συσκευή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρόνος + κύκλωμα. Η λ. είναι απόδοση ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. time base].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”